- παράλληλοι
- παράλληλοςbeside one anothermasc/fem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Тесей — Теcей, убивающий Минотавра, и Афина. Краснофигурный килик, мастер Эйсон, 425 410 гг. до н. э. Национальный археологический музей, Мадрид … Википедия
Vidas paralelas — Edición de las Vidas paralelas de Plutarco de Ulrich Han, 1470. Las Vidas paralelas (Βίοι Παράλληλοι, Bioi parallēlloi) son una colección biográfica de Plutarco (siglo I) que contiene veintitrés pares de biografías, donde cada par incluye la… … Wikipedia Español
Liste griechischer Phrasen/Beta — Beta Inhaltsverzeichnis 1 Βάλανε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα … Deutsch Wikipedia
Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… … Deutsch Wikipedia
Неофит Каристский — В Википедии есть статьи о других людях с именем Неофит. Епископ Неофит Επίσκοπος Νεόφυτος … Википедия
Секерис, Панайотис — Панайотс Секерис Панайотис Секерис (греч. Πανα … Википедия
Πλούταρχος — I Όνομα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. 1. (Χαιρώνεια Βοιωτίας περίπου 50 – 120 μ.Χ.). Kορυφαίος συγγραφέας και ιδιαίτερα βιογράφος. Από εύπορη οικογένεια, έλαβε καλή φιλοσοφική, επιστημονική, ιστορική και φιλολογική μόρφωση. Ταξίδεψε στην Ελλάδα και … Dictionary of Greek
αιπύς — αἰπύς, εῑα, ύ (Α) 1. ψηλός, απόκρημνος 2. (για τον θάνατο) αυτός που εφορμά από ψηλά, ορμητικός, βίαιος 3. ολοσχερής, ολοκληρωτικός, πλήρης, τέλειος, οξύς 4. (για πάθη) φλογερός, δυνατός 5. στη Μυκην. η λ. μαρτυρείται έμμεσα με το κύριο όνομα… … Dictionary of Greek
ευθενώ — εὐθενῶ, έω (Α) είμαι σε καλή κατάσταση, ακμάζω (α. «μῆλα... εὐθενοῡντα», Αισχύλ. β. «τοὺς στρατιώτας εὐθενεῑν», Δημοσθ. γ. «μή τιν᾿ οἶκον εὐθενεῑν», Αισχύλ. δ. «εὐθενούντων τῶν πραγμάτων», Δημοσθ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ρίζα θεν ή θην (παράλληλος… … Dictionary of Greek
παράλληλος — Στην ευκλείδεια γεωμετρία δύο ευθείες του ίδιου επιπέδου λέμε ότι είναι παράλληλες (μεταξύ τους) εάν (και μόνο) δεν έχουν κοινό σημείο. Βασικό αξίωμα στη γεωμετρία του Ευκλείδη είναι το λεγόμενο αξίωμα των παραλλήλων. Σύμφωνα με αυτό, εάν ε είναι … Dictionary of Greek